Jun 16, 2007

Chicken Game


Στις Η.Π.Α. αυτές τις ημέρες γίνεται μεγάλη συζήτηση για το νέο νόμο που πρότεινε η κυβέρνηση Bush για τη μετανάστευση. Μ'αυτόν θα νομιμοποιηθούν εκατομμύρια παράνομοι μετανάστες.

Το νομοσχέδιο οδήγησε σε σύγκρουση των συντηρητικών ρεπουμπλικάνων από τη μία (που δεν θέλουν τους μετανάστες στις ΗΠΑ) και των φιλελεύθερων ρεπουμπλικάνων καθώς και των μεγάλων επιχειρήσεων που είναι υπέρ του νομοσχεδίου. Ο γάϊδαρος (δημοκρατικοί) διασκεδάζει με την σύγκρουση τύπου chicken game. Ελέφαντες είναι οι ρεπουμπλικάνοι.

Η γελοιγραφία δημοσιεύτηκε στις αμερικάνικες εφημερίδες στις 15/6/07 και ανήκει στον Gary Varvel.

Jun 6, 2007

Πέτρα - Ψαλίδι - Χαρτί

Μια εναλλακτική μορφή του παιχνιδιού πέτρα - ψαλίδι - χαρτί, που μας προτείνουν οι φίλοι μας οι Κινέζοι..!

Jun 1, 2007

Περί λήψης αποφάσεων και συναισθήματος ο λόγος..

Ιστορικά στη βιβλιογραφία, συναντά κανείς εκ διαμέτρου αντίθετες προσεγγίσεις για το ρόλο των συναισθημάτων στη λήψη αποφάσεων. Στα πλαίσια κυρίως της ορθολογικής παράδοσης, τα συναισθήματα θεωρούνται από οικονομολόγους, ψυχολόγους και άλλους επιστήμονες περισσότερο ως υπονομευτικά των λογικών και ορθολογικών διεργασιών που εμπλέκονται στη λήψη μιας απόφασης και δεν έχουν θέση στις θεωρίες και τα μοντέλα για τη λήψη αποφάσεων. Εδώ συναντάμε τις κλασικές θεωρίες πιθανοτήτων: τη θεωρία της προσδοκώμενης ωφελιμότητας (expected utility theory) όπου η αξία μιας εναλλακτικής προκύπτει από το άθροισμα των ωφελιμοτήτων των αποτελεσμάτων της, το καθένα υπολογιζόμενο από την πιθανότητα του να συμβεί. Ακολουθεί η θεωρία της υποκειμενικής προσδοκώμενης ωφελιμότητας (subjective expected utility theory). Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, όπως αναφέρεται στη Μellers (2000),οι άνθρωποι υποθέτουμε ότι κάνουν την επιλογή η οποία μεγιστοποιεί τη μαθηματική έκφραση “ ∑ SiUi “ όπου το S αναπαριστά την υποκειμενική πιθανότητα του ενός αποτελέσματος που σχετίζεται με μία επιλογή και το U αναπαριστά την ωφελιμότητα του αποτελέσματος, δηλαδή την υποκειμενική αξία ή απολαβή για το άτομο που παίρνει την απόφαση.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν επιστήμονες από διάφορους κλάδους που υποστηρίζουν πως τα συναισθήματα παίζουν ουσιαστικό ρόλο στη λήψη μιας απόφασης, Πρόσφατες μελέτες και από το χώρο των νευροεπιστημών- (κλινικές μελέτες και μελέτες με χρήση νευροαπεικονιστικών μεθόδων δείχνουν την ενεργοποίηση συγκεκριμένων περιοχών και κυκλωμάτων που ελέγχουν συναισθήματα στον εγκέφαλο, κατά τη λήψη μιας απόφασης καθώς και από το αποτέλεσμα μιας επιλογής-βλ.σύστημα ανταμοιβής). Σύμφωνα με τον Damasio (1994) για παράδειγμα, καθώς αξιολογεί κανείς τις διάφορες εναλλακτικές, συχνά οι ορθολογικές κρίσεις δεν είναι επαρκείς για να κάνει μια επιλογή ανάμεσα στις εναλλακτικές : «Tα συναισθήματα τη στιγμή που γίνεται η επιλογή καθώς και τα προβλεπόμενα συναισθήματα που αναμένουμε να βιώσουμε ως αποτέλεσμα μιας επιλογής είναι αυτά που μας καθιστούν ικανούς να επιλέξουμε ανάμεσα σε εναλλακτικές, καμία από τις οποίες δεν είναι ορθολογικά ανώτερη από τις υπόλοιπες».Στο απόσπασμα αυτό φαίνεται καθαρά ο διαχωρισμός των συναισθημάτων σε αυτά που βιώνουμε τη στιγμή που παίρνουμε μια απόφαση και στα συναισθήματα τα οποία προβλέπουμε ή προσδοκούμε πως θα βιώσουμε ως το αποτέλεσμα της απόφασης που θα πάρουμε. Οι πειραματικές έρευνες και οι θεωρίες για τις επιδράσεις των προβλεπόμενων συναισθημάτων στη λήψη αποφάσεων περιορίζονται κυρίως στα συναισθήματα της ευχαρίστησης και της μεταμέλειας: Το βασικό σημείο αυτών των θεωριών είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι επιλέγουν την εναλλακτική με το μεγαλύτερο μέσο όρο προβλεπόμενης ευχαρίστησης και την εναλλακτική που ελαχιστοποιεί την πιθανότητα να βιώσουν μεταμέλεια ως το αποτέλεσμα της επιλογής τους, επιλέγουν δηλαδή την εναλλακτική με την ελάχιστη προβλεπόμενη μεταμέλεια.
Σύμφωνα με τη θεωρία της υποκειμενικής προβλεπόμενης ευχαρίστησης (subjective expected pleasure)των Mellers et al (1999), η προβλεπόμενη ευχαρίστηση σχετίζεται με την επιλογή ως εξής: ένα άτομο που κάνει μια επιλογή ανάμεσα σε μία εναλλακτική με αποτελέσματα Α και Β και μία άλλη, με αποτελέσματα Γ και Δ, για να υπολογίσει τη συνολική ευχαρίστηση της πρώτης εναλλακτικής, προβλέπει την ευχαρίστηση του Α και Β “ζυγίζει” κάθε προβλεπόμενο συναίσθημα με τις πιθανότητες που υπάρχουν να το βιώσει και αθροίζει τα αποτελέσματα. Αντίστοιχα κάνει το ίδιο και για τη δεύτερη εναλλακτική και τελικά το άτομο επιλέγει την εναλλακτική με το μεγαλύτερο μέσο όρο προβλεπόμενης ευχαρίστησης.
Σύμφωνα με τους Mellers και McGraw (2001), όταν οι επιλογές που κάνουν οι άνθρωποι είναι συνεπείς με τη θεωρία της υποκειμενικής προβλεπόμενης ευχαρίστησης, φαίνεται να συμβαίνει το εξής: μεγαλύτερη προβλεπόμενη ευχαρίστηση τείνει να οδηγεί σε επιλογές με περισσότερο ρίσκο ενώ λιγότερη προβλεπόμενη ευχαρίστηση, οδηγεί σε επιλογές με λιγότερο ρίσκο, στην αποφυγή του ρίσκου δηλαδή.
Οι Loomes et al (1982) και Bell (1982), πρότειναν μια θεωρία επιλογής για την προβλεπόμενη μεταμέλεια. Η μεταμέλεια ορίζεται στους Mellers et al (1999) «ως το συναίσθημα το οποίο βιώνει το άτομο όταν το αποτέλεσμα μιας επιλογής είναι χειρότερο από το αποτέλεσμα που θα έπαιρνε το άτομο εάν είχε κάνει μία διαφορετική επιλογή» (σελ. 332). Η θεωρία της μεταμέλειας των Loomes et al (1982) όπως αναφέρεται στους Zeelenberg et al (1996), βασίζεται σε μια βασική υπόθεση. Η υπόθεση είναι ότι οι συναισθηματικές συνέπειες των αποφάσεων προβλέπονται και λαμβάνονται υπόψη για τη λήψη της απόφασης. Έτσι, οι τάσεις για αποφυγή του να βιώσουν οι άνθρωποι μετά την απόφαση συναισθήματα όπως η μεταμέλεια, υποθέτουν ότι είναι βασικός παράγοντας της λήψης μιας απόφασης.
Σύμφωνα με τους Zeelenberg et al (1996), έκδηλα ή άδηλα σε όλες τις πειραματικές μελέτες της προβλεπόμενης μεταμέλειας, υπάρχει η ιδέα ότι η προβλεπόμενη μεταμέλεια οδηγεί σε αποστροφή επιλογών που ενέχουν ρίσκο(risk averse). Κατά τους Zeelenberg et al (2004), « η αποστροφή του ρίσκου εκφράζεται με την προτίμηση μιας σίγουρης εναλλακτικής έναντι μιας εναλλακτικής με ρίσκο με την ίδια όμως αναμενόμενη απόδοση.Για παράδειγμα, στο πλαίσιο των πειραμάτων με τυχερά παιχνίδια, σε μια επιλογή να κερδίσει κάποιος 50 δολάρια – η σίγουρη εναλλακτική ή 100 δολάρια ανάλογα με το αν το νόμισμα θα φέρει κορώνα ή γράμματα – εναλλακτική με ρίσκο - , οι άνθρωποι επιλέγουν συχνότερα τη σίγουρη εναλλακτική» (σελ. 166).
Οι Zeelenberg, Beattie, Pligt and Vries (1996) και οι Ζeelenberg και Pieters (2004)στην έρευνά τους, έδειξαν πως η αποφυγή του να βιώσει αυτός που θα πάρει την απόφαση μεταμέλεια, μπορεί να οδηγήσει είτε σε αποφάσεις με περισσότερο ρίσκο είτε σε αποστροφή αποφάσεων με ρίσκο ανάλογα με την ανατροφοδότηση που λαμβάνουν τα άτομα για τις επιλογές.
Tα περισσότερα πειράματα διεξήχθησαν με τυχερά παιχνίδια και αφορούσαν στην επιλογή μεταξύ μιας εναλλακτικής με σίγουρο κέρδος και μιας εναλλακτικής με ρίσκο. Το αποτέλεσμα της εναλλακτικής με σίγουρο κέρδος, είναι εξ’ ορισμού γνωστό. Ωστόσο, όταν κανείς έχει να επιλέξει ανάμεσα σε δύο εναλλακτικές στην πραγματική ζωή, δεν είναι πάντα γνωστό το ποια εναλλακτική είναι ασφαλής και με σίγουρο όφελος. Είναι δύσκολο να το προεξοφλήσει κανείς αυτό. Επιπλέον, σε σημαντικές αποφάσεις που καλείται να πάρει κάποιος συχνά δεν υπάρχει καμία ανατροφοδότηση για τις επιλογές που απέρριψε. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στους Zeelenberg et al (1996) «εάν αποφασίσεις να συνεργαστείς με τον τάδε ή να παντρευτείς το δείνα μάλλον δε θα μάθεις ποτέ πόσο επιτυχημένη θα ήταν η συνεργασία εάν είχες επιλέξει έναν άλλο συνεργάτη ή πόσο επιτυχημένος θα ήταν ο γάμος σου εάν είχες παντρευτεί κάποιο άλλο πρόσωπο. Η μόνη ανατροφοδότηση που έχεις σε αυτές τις περιπτώσεις είναι για την επιλογή που έχεις κάνει και τα αποτελέσματα της οποίας βιώνεις» (σελ. 150).
Θα πρέπει να σημειώσουμε βέβαια πως η ακριβής πρόβλεψη των συναισθημάτων που κάποιος ενδέχεται να βιώσει από το αποτέλεσμα μιας επιλογής που θα κάνει, δεν είναι ιδιαίτερα επιτυχής και προσκρούει σε διάφορους άλλους παράγοντες που την επηρεάζουν. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στους Wilson et al (2005) «είναι δύσκολο να βάλει κανείς τον εαυτό του στο μέλλον και να φανταστεί τι θα βιώσει. Είναι δύσκολο να επιτευχθεί ένα τέτοιο νοητικό ταξίδι στο χρόνο, μια τέτοια προσομοίωση που ίσως τελικά να οδηγούσε και σε καλύτερες αποφάσεις» (σελ. 134).

Παραπομπές για περαιτέρω μελέτη:
1. Damasio, A. R. (1994). Descartes error: Εmotion, reason and the human brain. New York : Putnam.
2. Loomes, G. & Sugden, R. (1982), Regret theory: An alternative of rational choice under uncertainty. Economic Journal, 92, 805 – 824.
3. Mellers, B. (2000). Choice and the Relative Pleasure of Consequences. Psychological Bulletin, 126, 910 – 924.
4. Mellers, B. & Mc Graw, A. P. (2001). Anticipated emotions as guides to choices. Current Directions in Psychological Science, 10, 201 – 214.
5. Mellers, B., Schwartz, A. & Ritov, I. (1999). Emotion – based choice. Journal of Experimental Psychology : General, 128, 332 – 345.
6. Von Neumann, J. & Morgenstern, O. (1947). Theory of games and economic behaviour. Princeton, NJ : Princeton Theory, 52, 453 – 463.
7. Zeelenberg, M., Beattie, J., Van der Pligt, J. & de Vries, N. (1996). Consequences of regret aversion : Effects of expected feedback on risky decision making. Organizational Behavior and Human Decision Processes, 65, 148 – 158.
8. Wilson, T. D. & Gilbert, D. T. (2005). Affective Forecasting. Current
Directions in Psychological Science, 14, 131 – 134.

Apr 28, 2007

Freakonomics

‘What’s in a name? That which we call a rose

By any other name would smell as sweet...’

Romeo and Juliet, Act II, Scene II

Θα ήθελα να εκφράσω κάποιες σκέψεις με αφορμή το Freakonomics, το οποίο βρήκα κι εγώ ιδιαίτερα ενδιαφέρον βιβλίο. Το τελευταίο κεφάλαιο Η τέλεια ανατροφή των παιδιών ΜΕΡΟΣ Β’, αναφέρεται στη διαδικασία επιλογής ονόματος του παιδιού, η οποία φαίνεται πως απασχολεί αρκετά τους αμερικανούς γονείς και προφανώς αποτελεί μια σημαντική πτυχή του γενικότερου ζητήματος, που αφορά στο τι καλύτερο μπορεί να προσφέρει ένας γονιός στα παιδιά του. Στη σελ. 262 αναφέρεται η περίπτωση των δυο αδερφών, του Winner και του Loser, και το παράδειγμα παρατίθεται από τους συγγραφείς για να ενισχυθεί η άποψη ότι «τα ονόματα δεν καθορίζουν τη μοίρα» (“Names dont decide destiny”). Αντιθέτως, θεωρώ, ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτών των παιδιών, με την τόσο διαφορετική κατάληξη, ίσως τα ονόματά τους να διαδραμάτισαν έναν καθοριστικό ρόλο. Ο «αδικημένος» αδερφός ήταν αυτός που ονομάστηκε Loser, με ένα όνομα όχι απλώς αντίθετο με αυτό του προηγούμενου αλλά και πολύ αρνητικά φορτισμένο από μόνο του. Ανεξαρτήτως αν εκείνη η επιλογή έγινε χάριν ευφυολογήματος από τη μεριά του πατέρα, σίγουρα οι γονείς συνειδητοποίησαν σύντομα τις αρνητικές συνέπειες που μπορεί να είχε αυτό το όνομα στην ψυχολογία του παιδιού. Γι’ αυτό το λόγο, λοιπόν, δεν είναι απίθανο ο Loser να δεχόταν άλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα πολλή περισσότερη ενθάρρυνση στη διάρκεια της ανατροφής του από ότι ο Winner, ως αντιστάθμισμα στις «ενοχές» των γονιών τους. Το φαινόμενο της «αυτοεκπληρούμενης προφητείας και της προσδοκίας των άλλων (γονέων ή δασκάλων)», όπως σημειώνεται στην παιδαγωγική ψυχολογία, λειτούργησε, αλλά φαινομενικά αντίθετα από ότι αναμενόταν: Το παιδί που είχε το «πρόβλημα» βοηθήθηκε περισσότερο, πίστεψε το ίδιο στον εαυτό του και εκπλήρωσε τις θετικές προσδοκίες των γονιών του, ενώ το άλλο, που θεωρήθηκε ίσως ευνοημένο, παραμελήθηκε περισσότερο, επαναπαύτηκε το ίδιο στη «θετική ενέργεια» του ονόματός του και τελικά υποχώρησε ευκολότερα στις αντιξοότητες. Απ’ αυτήν την ερμηνευτική σκοπιά, δυστυχώς, ίσως τα ονόματα να καθόρισαν τελικά τη μοίρα.

Από την άλλη μεριά (του ωκεανού), το θέμα δεν απασχολεί τόσο πολύ τους έλληνες γονείς, γιατί, εθιμοτυπικά, πριν καν βρουν το ταίρι τους στη ζωή, γνωρίζουν τον αλγόριθμο επιλογής του ονόματος των παιδιών (τα πρώτα παιδιά θα πάρουν το όνομα του παππού ή της γιαγιάς από την πατρική γενιά, τα δεύτερα από τη μητρική, από το τρίτο και μετά θα πάει εναλλάξ, και αν ο αριθμός των παιδιών είναι μεγάλος, υπάρχουν και οι προπάπποι, οι αγαπημένοι θείοι κ.ο.κ.). Μπορεί έτσι όλοι μας να απολαμβάνουμε μια μικρή γκάμα πανομοιότυπων ονομάτων σε όλο το σόι και την επικράτεια (βλ. και “My big fat greek wedding”, το φαινόμενο το έχουν παρατηρήσει και οι ξένοι αλλά αδυνατούν να το ερμηνεύσουν), αλλά οι γονείς γλιτώνουν τη σκοτούρα που έχουν οι συνάδελφοί τους αμερικάνοι και, επιπλέον, κανείς μας δεν προβληματίζεται για το αν θα εκπληρώσει ή όχι την προσδοκία του ονόματός του, του οποίου το ενδιαφέρον της αρχικής του σημασίας χάθηκε στην μακραίωνη υποχρεωτική κληροδότηση από γενιά σε γενιά. Προσωπικά, πάντα σκεφτόμουν κρυφά, από δημιουργική αντίδραση και μόνον, να σπάσω αυτό το κατεστημένο και να αφιερώσω την πρωταρχική γονεϊκή μου φροντίδα στην εύρεση πρωτότυπων, ευφυών και γεμάτων σημασία ονομάτων για τα μελλοντικά φανταστικά παιδιά μου. Ωστόσο, μετά το Freakonomics, διαπίστωσα γιατί οι προσπάθειές μου αυτές δε θα έχουν καθόλου νόημα, επανεκτίμησα τις παραδοσιακές μας συνήθειες και τελικά φαίνεται ότι τα δυο από τα μελλοντικά φανταστικά παιδιά μου είναι γραφτό να ονομαστούν Γιώργος και Χαρίκλεια. Αυτή είναι η μοίρα τους.

Apr 3, 2007

Creating and Claiming Value

September 2003
What Does it Mean to Create or Claim Value?
Creating and claiming value are two of the most fundamental aspects of negotiation strategy that exist in tension with one another. In any negotiation, the parties must decide whether to be competitive, cooperative, or some of both. (David Lax and James Sebenius call this the "negotiator's dilemma."[1] It is similar to the "prisoners' dilemma" in game theory, because the best outcome for one person is not necessarily the best for both, but if both pursue their best option, they will often both get the worst outcome. This is explained further below, and in the prisoners' dilemma essay.)
Value is created (or the "pie is enlarged") in negotiations through the cooperative process of integrative or interest-based bargaining. This means that the parties in a dispute have managed to find ways to increase the amount of beneficial goods (things they want or that will make their situation better than before) that will be divided between them. This may also be called "joint value" or "joint gains," meaning that new developments are considered improvements by both sides.
The primary way to create value is to focus on the underlying interests of the disputing parties -- why do they want what they want? By sharing information openly and communicating with one another, the parties work to find shared interests and create joint value. Creating value makes it more likely that both sides will get something they want out of the negotiation. This type of mutually-beneficial outcome is called a "win-win" solution.
The competitive process of claiming value involves dividing up a "fixed pie," or the total amount of value available to the disputing parties. This process is most closely associated with distributive bargaining, in which each side tries to get as much of the pie as possible. The more one side claims, the less the other side gets. This is also known as a "win-lose" negotiation. To claim value in a negotiation, you use competitive tactics to try to convince the other side that he wants what you have to offer much more than you want what he has. Some tactics for "winning" at distributive negotiation include starting high; conceding slowly; exaggerating the value of your concessions; minimizing the value of the other's concessions; concealing information; arguing forcefully for principles that imply favorable settlements; making commitments to accept only highly favorable agreements; and being willing to outwait your opponent.[2]

The Link Between Creating and Claiming Value
Davis Lax and James Sebenius argue that creating value and claiming value are linked activities. Creating new value improves both parties' outcomes. However, having created new value, negotiators must still divide the resulting "pie." Unfortunately, the cooperative strategies needed to create value tend to undermine the competitive strategies used to claim value (and vice versa). The exaggeration and concealment needed for effective competition is directly opposed to the open sharing of information needed to find mutual benefits. On the other hand, taking an open cooperative approach makes one vulnerable to the hard bargaining tactics of a competitive negotiator.[3] Therefore, if both parties cooperate, the result is usually good, while if one cooperates and the other competes, the competitor usually does better. However, if both compete, they usually come out worse than they would if both cooperated -- which is the same "payoff structure" as that of the prisoners' dilemma game. The assumption, however, is that claiming value in integrative (i.e., cooperative) situations is more likely to be balanced. This is because the parties are expected to develop cooperative relationships and communicate freely, which is not generally allowed in prisoners' dilemma games.
[1] Lax, David and James Sebenius. "The Manager as Negotiator: The Negotiator's Dilemma: Creating and Claiming Value," in Goldberg, Stephen, Frank Sander and Nancy Rogers, eds. Dispute Resolution. 2nd ed. Boston, MA: Little, Brown and Co., 1992. 49-62.
[2] The listed strategies were drawn from: David Lax and James K. Sebenius, The Manager as Negotiator: Bargaining for Cooperation and Competitive Gain. (New York: Free Press, 1986), 30-32.
[3] Ibid.
Πηγή : εδώ

Apr 2, 2007

ULTIMATUM GAME

Σύμφωνα με μια άλλη ομάδα οικονομολόγων βασικό κίνητρο της συγκεκριμένης συμπεριφοράς στο UG είναι η αμοιβαία ακριβοδικία και δικαιοσύνη (reciprocal fairness and justice). Όταν λοιπόν κάποιος απορρίπτει μία πολύ μικρή ή την ελάχιστη προσφορά, το κάνει γιατί την θεωρεί άδικη (unfair). Μελέτες που έχουν γίνει δείχνουν ότι περίπου το 40-60% των ατόμων δρουν με βάση την αμοιβαιότητα, ενώ το 20-30% δρουν εντελώς εγωιστικά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η αντρική συμπεριφορά στο εν λόγω παίγνιο συνδέεται με τα επίπεδα τεστοστερόνης στον οργανισμό. Έτσι, οι άντρες που απορρίπτουν μικρές και συνεπώς άδικες (κατ' αυτούς) προσφορές έχουν υψηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης από εκείνους που τις δέχονται (Fehr and Gachter, 2000).

Apr 1, 2007

Μία άλλη σκοπιά για το Ultimatum Game

Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία οι άνθρωποι δρουν ορθολογικά και με σκοπό την μεγιστοποίηση της ατομικής χρησιμότητας. Στο Ultimatum Game ορθολογικά ακόμα και 100 Ε να σου προσφέρει κάποιος πρέπει να τα αποδέχτεις...κάτι τέτοιο βέβαια δε συνέβη. Αυτό δείχνει μία άλλη προσέγγιση στο όλο θέμα και δείχνει την αλτρουιστική συμπεριφορά...γι'αυτό και ο Μ.Ο. των προσφορών συνολικά των ομάδων ήταν γύρω στο 500-550 {525}...επειδή ακριβώς σκέφτεσαι και τον άλλο παράλληλα{Βέβαια στο συγκεκριμένο παράδειγμα υπήρχε και ο ανταγωνισμός των ομάδων}...Καλύτερη επεξήγηση υπάρχει στο παρακάτω site με παράδειγμα. Link: εδώ

Mar 31, 2007

Bounded Rationality Revisited

Τα παρακάτω είναι μια απλοϊκή προσέγγιση του παιγνίου και σίγουρα όχι αυστηρά μαθηματική. Αν κάποιος πιστεύει ότι κάτι από τα παρακάτω χρήζει διευκρίνισης, πολύ ευχαρίστως να δεχθώ την πρότασή του.






Συγνώμη για τη μορφή της δημοσίευσης αλλά έχω γράψει το κείμενο σε word και όταν το αντιγράφω για να το δημοσεύσω στο blog δεν μου αναγνωρίζει τα μαθηματικά σύμβολα. Έτσι αναγκάστηκα να κάνω print screen και να το εισάγω ως φωτογραφία.
Αν κάποιος έχει κάποια καλύτερη ιδέα να μου πει γιατί δεν είμαι και τόσο καλός χειριστής του υπολογιστή.
Ευχαριστώ τον Κυριάκο γιατί χωρίς αυτόν ούτε και σαν φωτογραφία δεν θα μπορούσα να δημοσιεύσω αυτό που είχα γράψει.


Mar 30, 2007

Σχόλιο στο προηγούμενο Post

Αγαπητέ Άκη,

Θα αρχήσω κάνοντας ένα σχόλιο πάνω στον ορισμό που έδωσες για την θεωρία παιγνίων.Ο ορισμός της θεωρίας παιγνίων(ή στρατηγικών αποφάσεων) αναφέρει οτι όταν δύο οι περισσότεροι άνθρωποι εμπλέκονται στην λήψη κάποιας απόφασης η οποία θα επηρεάσει αντίστοιχα τον άλλο τότε έχουμε παίγνιο.Ως αναφορά την ορθολογικότητα την οποία ανέφερες είναι η δράση και η λήψη αποφάσεων σύμφωνα με τα πιστεύω του καθενός,και το υπόβαθρο (background) το οποίο έχει.Έτσι λοιπόν όταν θα περιμένουμε από έναν ''τρελό'' να αντιδράσει ορθολογικά θα περιμένουμε να αντιδράσει ορθολογικά σύμφωνα με το δικό του τρόπο σκέψης.Η ορθολογικότητα δεν είναι ίδια για όλους!Αυτό σημαίνει ότι ,όταν ένα άτομο παίζει κάποιο παίγνιο και έχει μια συγκεκριμένη πληροφόρηση και ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης θα ακολουθήσει κάποια στρατηγική.Οταν ξαναπαίξει το ίδιο παίγνιο με την ίδια πληροφόρηση και τον ίδιο τρόπο σκέψης με πριν ,θα ακολουθήσει την ίδια στρατηγική(και δεν θα την αλλάξει χωρίς κανένα λόγο).Αυτό λοιπόν είναι ορθολογικότητα και όχι το να περιμένουμε την αντίδραση του αλλου με το δικό μας τρόπο σκέψης!

Παιχνίδι ηλιθίων

Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας τον προβληματισμό μου σχετικά με τον εγκυρότητα του ορισμού της Θεωρίας Παιγνίων ως "την επιστήμη που μελετά την ορθολογική συμπεριφορά (rational behaviour) σε ένα περιβάλλον αλληλεπιδράσεων".
Ας θυμηθούμε το παράδειγμα της κρίσης στην Κούβα το 1963, τις περίφημες "13 Μέρες".Η στρατηγική του Κέννεντυ, του Μακ Ναμάρα και των λοιπών τον Λευκού Οίκου ήταν η λεγόμενη Κρημνοβασία.Αν θέλετε την άποψή μου, δεν νομίζω ότι θα μπορούσαν να κάνουν κάτι διαφορετικό ώστε να μειώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις πιθανότητες για ένα θερμο(πυρηνικό) επεισόδιο.Ωστόσο η a priori αποδοχή της ορθολογικότητας των κινήσεων όλων των αντιπάλων παικτών είναι λανθασμένη.
Εαν ο Χρουστσώφ ήταν λίγο πιό τρελός από ότι ήταν στην πραγματικότητα ή εάν αυτός και το επιτελείο του είχαν πιεί μία βοτκίτσα παραπάνω, ενδεχομέμως το έδαφος στο οποίο θα έπαιζαν οι δύο υπερδυνάμεις να ήταν τόσο ολισθηρό, ώστε και οι δύο παίκτες θα παρασύρονταν στον γκρεμό (μαζί τους και όλη η ανθρωπότητα).Μερικές φορές το κόστος και μόνο από μία ενδεχόμενη ήττα σε ένα στρατηγικό παιχνίδι, καθιστά ανορθολογική τη συμμετοχή του σε αυτό.
Φανταστείτε πως οι ηγέτες των δύο υπερδυνάμεων έχαναν τον έλεγχο και πως ο πλανήτης μας στην σημερινή του (έστω και κάπως απογοητευτική) μορφή δεν θα υπήρχε ποτέ.Είμαι σίγουρος πως οι επιζώντες από την καταστροφή θα χαρακτήριζαν εκείνη την έκρυθμη κατάσταση όχι ως χαμένο και από τους δύο παικτες παιχνίδι στρατηγικής, αλλά ως ένα ανεπανάληπτο παιχνίδι ηλιθίων.

Mar 28, 2007

Η ιστοσελίδα του μαθήματος

Επιτέλους η ιστοσελίδα του μαθήματος είναι έτοιμη!

Θα την βρείτε εδώ

ή από την κεντρική ιστοσελίδα μου (ΜΑΘΗΜΑΤΑ / ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ)

Θα βρείτε όλο το υλικό που έχω μοιράσει μέχρι τώρα και επιπλέον:

- Κάποια σχετικά κείμενα (για τον John Nash και τον αλτρουισμό)
- Μία πολύ χρήσιμη αναλυτική μελέτη της συμπεριφοράς των παικτών στο Survivor
- Διορθώσεις λαθών στο βιβλίο των Dixit & Skeath
- Τα ονόματα των μελών των ομάδων
- Τα αποτελέσματα του πρώτου παιχνιδιού (μελετήστε τα!)
- Μερικά χρήσιμα links

Mar 27, 2007

A hostage taken, a ransom paid (again)

International Herald Tribune
Saturday, March 24, 2007

by Ian Fisher

ROME: THE words, as always, come easier than the resolve. "We don't negotiate with terrorists," Sean McCormack, a State Department spokesman told reporters on Thursday. "We don't advise others to do so as well."

He was denouncing the swap Italy made last week with the Taliban: five Taliban prisoners held in Afghan jails for an Italian reporter kidnapped in southern Afghanistan. The trade, officials around the globe warned, was wrong all around: It rewarded terror and encouraged more abductions.

But steely conviction often melts away where hostages are concerned, and not just for Italy, which famously refused to negotiate in 1978 for the life of its kidnapped former prime minister, Aldo Moro, who was then killed by his abductors.

The reason is that kidnapping, as old as war itself, entangles the personal and the political, with real harm possible for hostage and politician alike. Now the problem spots are Iraq and Afghanistan, where soldiers roam the country along with less-protected reporters, aid workers, diplomats, builders and high-priced private security guards.

But the dilemma can also be neatly framed by American experience: Did Jimmy Carter lose the presidency in 1980 because of the Iran hostage crisis? And how different would Ronald Reagan's presidency have been without the secret sale of arms to Iran to win the release of hostages in the Middle East?

"Kidnappings are more difficult for governments to deal with than murders," said Brian Michael Jenkins, an expert on kidnappings and political violence at the RAND Corporation. "Because human life hangs in the balance, and because it appears that the government or the company or whoever is the target of the demands can do something. Of course, in the process the culpability shifts."

He added: "What American presidents have learned is that hostage situations are politically very dangerous."

And so, whatever a country's official policy against negotiating with terrorists, the reality is another matter. Mostly, governments prefer to handle things quietly, with cash for ransom paid by local governments or the companies of the kidnapped workers.

Some experts speculate, in fact, that the international uproar against Italy's action had less to do with the principle of not meeting a kidnapper's demand than the fact that it involved not cash but a public swap of prisoners. Unlike money, the prisoner swap was hard to hide. In fact, the kidnappers immediately declared it "a victory for all the Taliban."

But Israel, the country most often forced to confront hostage situations, has also swapped prisoners regularly — and has declared a willingness to do so now to free Corporal Gilad Shalit, captured in Gaza last summer.

It is worth noting that Jewish religious law recognizes the particular difficulties of hostage taking: It does not forbid paying ransom, but only one that exceeds the value of the transaction. And so in cases like that of Shalit, leading rabbis issue opinions about the worth of various possible exchanges.

But one of the most renowned cases in Jewish history showed how difficult such an evaluation really is: the 13th-century Rabbi Meir of Rothenburg was taken hostage by Rudolph I, the first German king of the Hapsburg dynasty. A huge sum reputedly was raised for his ransom, but Rabbi Meir refused to allow the transaction, saying it would only encourage other kidnappings of rabbis. He died in jail.

Similarly, some Israelis argue that one of the largest prisoner swaps — in 1985 in which three Israelis captured in Lebanon were traded for 1,150 people — emboldened Palestinians to revolt two years later in the first intifada. Whatever the precedents, many experts say the actual deals are negotiated under enormous pressure and with minimal regard for what happens later. "There is no theoretical basis," said Mark Heller, director of research at the Institute for National Security Studies in Israel. "It's just a question of ad hoc decision-making by the government, which is a function of domestic pressure and public opposition. Even family pressure."

"After every deal like this," he added, "there is a kind of post facto analysis and everyone says it was a mistake and we shouldn't do it again. And we do it again."
Jenkins, the RAND analyst, noted that kidnappings for ransom in the United States are rare, partly because the police have been very successful in tracking down the kidnappers. Outside the United States, capture is rare, and so kidnappers hold most of the cards.

He said, too, that sometimes kidnappers do not even care if they receive a ransom, further strengthening their position. In Iraq, kidnappings of foreigners often seem carried out merely to create an atmosphere of chaos, to scare away companies or countries and increase the cost of American projects there.

And kidnapping these days carries a particularly horrific modern edge: the inevitable, grainy videotape of the pleading hostage, which jogs memories of other grainy videotapes in which hostages die badly.

"You see the guy, you see his picture," said Edward Luttwak, a senior adviser at the Center for Strategic and International Studies in Washington. "You see his wife and children and brothers and cousins, and after a while you think you actually know him."

"This makes it almost impossible for governments to deal with a crisis," he said.
Last week, after the journalist, Daniele Mastrogiacomo, was released, several experts noted with interest that it was Italy that provoked the storm of criticism. After all, the nation had long battled internal terror groups, as well as the Mafia, and did so largely with a stern hand and few concessions.

To some experts, the willingness of Prime Minister Romano Prodi to deal in Afghanistan — and of his predecessor Silvio Berlusconi reportedly to pay ransoms in Iraq — showed how weak support in Italy is for those ventures.

Many experts, too, mentioned Italy's resolve in not negotiating for Moro, who was kidnapped by the Communist Red Brigade. The nation won much praise at the time for not bending, but there have been many doubts since about whether his death was worth it — and even whether Moro's political allies found it easier to leave him to his fate.

"It is unhistorical to say that taking a rigid stance like that pays off," said Robert Katz, an American author in Italy who has written about the Moro case. "Italy was the only country ever to try it completely. It was manipulated and never tried again."

Σε σχέση με το παιχνίδι που παίξαμε την προηγούμενη Πέμπτη, το άρθρο αυτό επιβεβαιώνει ότι η στρατηγική της νίκης στο παιχνίδι ήταν (και στη ζωή είναι;) η κατάληξη μίας συμφωνίας κατά την διαπραγμάτευση και όχι η απόριψη ενός "κακού" συμβιβασμού για να δημιουργήσουμε την φήμη του ασυμβίβαστου προσδοκώντας σε υψηλότερες τιμές από μελλοντικές διαπραγματεύσεις. Η γενικότερη απάντηση βέβαια έχει να κάνει με το πόσες πολλές θα είναι οι μελλοντικές διαπραγματεύσεις και με το αν οι παίχτες θα είναι πάντα οι ίδιοι.

Mar 26, 2007

Exercise 1c

Σχετικά με το ερώτημα 1c της σελίδας 42 θα ήθελα να διατυπώσω το προβληματισμό μου.

Η επιλογή του φοιτητή για το αντικείμενο των μεταπτυχιακών του σπουδών φαίνεται να είναι decision. Αυτό γιατί υπάρχει μεγάλος αριθμός φοιτητών που σκέφτονται για το αντικείμενο των μεταπτυχιακών τους σπουδών και δεν φαίνεται να υπάρχει mutual awareness. Η επιλογή του φοιτητή (εφόσον μιλάμε για μεταπτυχιακές σπουδές που συνεπάγονται εξειδίκευση) σχεδόν θα καθορίσει σε ποιο κλάδο παραγωγής θα προσφέρει εργασία στο μέλλον.
Δηλαδή θα επηρεάσει σχεδόν ανεπαίσθητα την καμπύλη προσφοράς εργασίας του κλάδου αυτού. Επίσης, η επιλογή ενός άλλου φοιτητή (β) για το αν θα ακολουθήσει το αντικείμενο μεταπτυχιακής ειδίκευσης του πρώτου φοιτητή δεν θα επηρεάσει την προσφορά εργασίας του κλάδου και συνεπώς ούτε τις εργασιακές συνθήκες του πρώτου φοιτητή.

Ας δούμε όμως ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Έστω ότι σε έναν κλάδο της αγοράς εργασίας π.χ. την αγορά software engineers αυξάνεται πάρα πολύ η ζήτηση στο παρόν. Αυτό σημαίνει ότι με δεδομένη την προσφορά εργασίας του κλάδου, αυξάνονται πολύ οι μισθοί των software engineers. Βλέποντας τους υψηλούς μισθούς πολλοί φοιτητές θα θελήσουν να κάνουν μεταπτυχιακές σπουδές σε software engineering. Ένας ορθολογικός φοιτητής, κανονικά δεν θα έπρεπε να πάρει την απόφασή του βασισμένος στους υψηλούς μισθούς που παρατηρεί τώρα. Θα έπρεπε να σκεφτεί ότι αυτό που παρατηρεί αυτός το παρατηρούν και χιλιάδες άλλοι φοιτητές και άρα πολύ περισσότεροι φοιτητές θα επιλέξουν να κάνουν software engineering και άρα μετά το πέρας των σπουδών, η προσφορά software engineers θα αυξηθεί. Αυτό σημαίνει ότι αφού η ζήτηση δεν θα αλλάξει ( δεν έχουμε κάποιο λόγο να υποθέσουμε διαφορετικά ), οι μισθοί θα πέσουν. Τον ίδιο συλλόγισμό όμως θα κάνουν και οι άλλοι υποψήφιοι μεταπτυχιακοί φοιτητές. Άρα η ευημερία του πρώτου φοιτητή θα επηρεαστεί από τις επιλογές των άλλων. Είναι λογικό όλοι να πιστεύουν κάτι τέτοιο. Αυτό όμως δεν μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μπορούμε να το δούμε σαν ένα παίγνιο με πολλούς παίκτες?

Και οι δύο συλλογισμοί μου φαίνονται λογικοί ( αλλιώς δεν θα τους παρουσίαζα άλλωστε! ).
Όμως σε αυτό το σημείο μήπως θα έπρεπε να κοιτάξουμε και λίγο τα εμπειρικά δεδομένα?
Τα εμπειρικά δεδομένα δείχνουν ότι σε κλάδους υψηλής εξειδίκευσης υπάρχουν περιοδικές μεταβολές ( periodic fluctuations ) στην προσφορά εργασίας κάτι που είναι μία ένδειξη ότι η αγορά χαρακτηρίζεται από ένα cobweb model of market adjustment ( σχετικά με το cobweb model μπορείτε να βρείτε στο Ronald G. Ehrenberg et al., Modern labor economics Theory and policy, ninth edition pp.313). Αυτό ισως είναι μία ένδειξη ότι οι άνθρωποι βλέπουν την συγκεκριμένη περίπτωση απλά σαν μια απόφαση. Όμως τα στοιχεία δεν μπορούν να αποκλείσουν ότι η υπερπροσφορά εργασίας είναι μια αναποτελεσματική για την οικονομία ισορροπία του παιγνίου.
Σχετικά με τα εμπειρικά δεδομένα μπορείτε να βρείτε στο εξής paper: Richard B. Freeman, " A Cobweb Model of the Supply and Starting Salary of New Engineers", Industrial and Labor Relations Review 29 ( January 1976) : 236-246

Θα επιθυμούσα πάρα πολύ να μάθω την γνώμη σας.

Gasmades rules

H ομάδα 4 θα σας πάρει το σκάλπ...!Ξεθάψαμε το τσεκούρι του πολέμου... team 4 is back in town... Την Πέμπτη θα αποδείξουμε ποιοι είναι οι κότες στο "chicken game". Chicken payback!!!

Mar 25, 2007

All is fair in love, war and poker

BBC News
2006/08/17

by Tim Harford

What do love, war and poker have in common?

High stakes, perhaps.

Certainly, in all three you spend a lot of effort trying to work out what the other side is really thinking.

There is another similarity: economists think they understand all three of them, using a method called "game theory".

Threats and counter-threats

Game theory has been used by world champion poker players and by military strategists during the cold war.

Real enthusiasts think it can be used to understand dating, too.

The theory was developed during the second world war by John von Neumann, a mathematician, and Oskar Morgenstern, an economist.

Mr von Neumann was renowned as the smartest man on the planet - no small feat, given that he shared a campus with Albert Einstein - and he believed that the theory could be used to understand cold war problems such as deterrence.

His followers tried to understand how a nuclear war would work without having to fight one, and what sort of threats and counter-threats would prevent the US and the Soviets bombing us all into oblivion.

Since the cold war ended without a nuclear exchange, they can claim some success.

Understand the world

Another success for game theory came in 2000, when a keen game theorist called Chris "Jesus" Ferguson combined modern computing power with Mr von Neumann's ideas on how to play poker.

Mr Ferguson worked out strategies for every occasion on the table.

He beat the best players in the world and walked away with the title of world champion, and has since become one of the most successful players in the game's history.

Game theory is a versatile tool.

It can be used to analyse any situation where more than one person is involved, and where each side's actions influence and are influenced by the other side's actions.

Politics, finding a job, negotiating rent or deciding to go on strike are all situations that economists try to understand using game theory.

So, too, are corporate takeovers, auctions and pricing strategies on the high street.

Financial commitment

But of all human interactions, what could be more important than love?

The economist using game theory cannot pretend to hand out advice on snappy dressing or how to satisfy your lover in the bedroom, but he can fill some important gaps in many people's love lives: how to signal confidence on a date, or how to persuade someone that you are serious about them, and just as importantly, how to work out whether someone is serious about you.

The custom of giving engagement rings, for instance, arose in the US in the 1930s when men were having trouble proving they could be trusted.

It was not uncommon even then for couples to sleep together after they became engaged but before marriage, but that was a big risk for the woman.

If her fiance broke off the engagement she could be left without prospects of another marriage.

For a long time, the courts used to allow women to sue for "breach of promise" and that gave them some security, but when the courts stopped doing so both men and women had a problem.

They did not want to wait until they got married, but unless the man could reassure his future wife then sleeping together was a no-no.

The solution was the engagement ring, which the girl kept if the engagement was broken off.

An expensive engagement ring was a strong incentive for the man to stick around - and financial compensation if he did not.

Not committed

Modern lovers might think the idea of engagement ring as guarantee is a thing of the past, but they can still use game theory to size up their partners.

When a couple with separate homes move in together, selling the second home is an important signal of commitment.

That second home is an escape route - valuable only if the relationship is shaky.

If your partner wants to hang on to his bachelor pad, do not let him tell you it is merely a financial investment.

Game theory tells you that he is up to something.

* Tim Harford is a Financial Times columnist and author of "The Undercover Economist". He presents a new BBC series, Trust Me, I'm an Economist.

© BBC MMVII

Mar 24, 2007

Italy Swapped 5 Jailed Taliban for a Hostage

New York Times
March 22, 2007

by Ian Fisher

ROME, March 21 — An Italian journalist who was held hostage for 15 days by the Taliban in lawless southern Afghanistan was ransomed for five Taliban prisoners, the Italian government and Afghan officials confirmed Wednesday.

It appears to be the first time prisoners have been openly exchanged for a hostage in the wars that the United States and its allies are fighting there and in Iraq, and the move drew immediate criticism from Washington and London, and from other European capitals.

“We don’t negotiate with terrorists, and we don’t advise others to do so either,” said the State Department spokesman, Sean McCormack.

A senior Bush administration official said the prisoners exchanged had been held by the Afghan government, not by NATO, which is directing the allied military in Afghanistan. The official said he did not believe that NATO officials in Afghanistan had been formally alerted before the exchange.

Secretary of State Condoleezza Rice met with the Italian foreign minister, Massimo D’Alema, in Washington on Monday, the day the hostage, Daniele Mastrogiacomo, 52, of the leftist newspaper La Repubblica, was released. It was not clear whether they discussed an exchange.

Though it may have saved a life, the ransom has set off a worried debate in Italy and in other countries with soldiers, reporters and aid workers in danger zones.

The exchange sent “the wrong signal to prospective hostage takers,” a spokeswoman for the British Foreign Office told Reuters.

On a visit to Kabul on Wednesday, the Dutch foreign minister, Maxime Verhagen, told reporters: “When we create a situation where you can buy the freedom of Taliban fighters when you catch a journalist, then in the short term there will be no journalists anymore.”

The concern was underscored on Tuesday just after the release of one of the prisoners, Ustad Yasir, who was identified as a Taliban spokesman. He said he would return immediately to war, and was “grabbing two rifles to begin jihad again to hunt down invaders and fight nonbelievers,” according to a statement attributed to him on the Internet.

The government of Romano Prodi, the Italian prime minister, said the central issue surrounding the kidnapping of Mr. Mastrogiacomo was not complicated.

“We think that the life of a person is very precious,” said Mr. Prodi’s spokesman, Silvio Sircana, who is also a friend of Mr. Mastrogiacomo’s. “So if there is a chance to save a life, we must do all we can do. And this was our very simple line, and not anything more.”

Mr. Mastrogiacomo was abducted as he was driving with an interpreter and a driver to an interview with a Taliban commander near Lashkhar Gah, in southern Afghanistan, he wrote in La Repubblica on Tuesday, the day he returned to Rome.

Dragged from place to place, nearly always in chains, he wrote, he was forced to watch a Taliban soldier decapitate his driver, then wipe the blade clean on the headless body.

“I imagine myself with my neck sliced, the blood splashed from all the arteries drained into the sand, the body committed to the river’s course,” he wrote.

On Monday, he continued, a Taliban commander came into the mud hut where he and the interpreter were being held and proclaimed, “You are free, fly away!” The fate of the interpreter is still unknown.

Italy’s domestic politics seemed to play a role in the decision, in a nation where weak domestic support for foreign involvement had prompted earlier allegations of payments for hostages.

It was widely reported that the former Italian prime minister, Silvio Berlusconi, paid cash for the freedom of at least three hostages in Iraq in 2004 and 2005. The issues then were at once humanitarian and political: Italians broadly opposed Mr. Berlusconi’s decision to send troops to Iraq, and critics said any deaths there could further erode support for him as national elections neared. Italy has since withdrawn its troops from Iraq.

The kidnapping of Mr. Mastrogiacomo occurred at a similarly delicate time for Mr. Prodi’s already fragile government, which fell briefly last month, partly because of a lack of support inside his coalition for the presence of nearly 2,000 Italian troops in Afghanistan.

Later this month, Mr. Prodi faces a crucial vote on financing for the mission there, a vote that might have been more difficult if Mr. Mastrogiacomo had not been freed.

Italy did not — and could not — act alone in the prisoner exchange, and attention was focused on both Afghanistan and the United States, which exerts broad control inside the country.

A spokesman for the Afghan president, Hamid Karzai, told reporters in Kabul that the release was an “exceptional measure taken because we value our relations and friendship with Italy.”

Many experts wondered at the precise role of the United States, which has strained relations with Italy on several fronts, including the indictment of 26 Americans, all but one of them believed to be C.I.A. operatives, in the kidnapping in Italy in 2003 of a radical Egyptian cleric.

Diplomatically, the United States could not bar the exchanges, American officials said, given that the Taliban prisoners were being held by the Afghan government and not by the American military or NATO. United States officials have also been mindful of the rising tide in Italian public opinion against the presence of Italian troops in Afghanistan.

Edward Luttwak, a senior adviser at the Center for Strategic and International Studies in Washington, speculated that American officials made the political calculation that for the sake of good relations with Italy, it was better not to stop the transfer.

“They certainly didn’t lean on the Afghans” to trade the prisoners, Mr. Luttwak said. “But they didn’t interpose themselves. They let them have it.”

A former Italian hostage, Giuliana Sgrena, kidnapped in Baghdad in 2005, said she believed that the Italian government was obligated to do all it could to save a hostage’s life. She argued that paying ransom for reporters was a far smaller issue than the wars in Afghanistan and Iraq.

“If there is no war, there will be no hostages,” Ms. Sgrena, also a journalist, said in a telephone interview from New York, where she is promoting a book about her experience.

(Her own kidnapping is another source of tension between the United States and Italy: an American soldier shot at her car at a roadblock in Baghdad shortly after her release, killing a top Italian intelligence official.)

She added that, whatever the dangers, it was important for reporters and aid workers to go to places like Iraq or Afghanistan to provide information independent of the governments or groups waging wars there.

“It’s a problem of democracy,” she said. “If we say we want democracy, democracy is based on information.”

Peter Kiefer contributed reporting from Rome, and Helene Cooper from Washington.

Copyright 2007 The New York Times Company

Σχόλιο - Απάντηση

Αλέξανδρε,

Η ασυμμετρία της πληροφόρησης διαφέρει από το πρόβλημα του ηθικού κινδύνου(moral hazard) ειδικά για τις τράπεζες. Είναι στην ουσία μια υποκατηγορία της ασυμμετρίας της πληροφόρησης όπως σωστά είπες. Αλλά δεν ταυτίζεται. Βέβαια, δεν ήθελα να αναλύσω ούτε το φαινόμενο του ηθικού κινδύνου ούτε φυσικά το spread των τραπεζών, γι'αυτό και τα έβαλα μέσα σε παρένθεση, μιας και δεν έχουν να κάνουν με το θέμα μας. Τα ανέφερα εντελώς πληροφοριακά. Για να μην ξεφύγουμε από το θέμα λοιπόν, δεν θα επεκταθώ περισσότερο μέσω αυτού του blog, παρόλα αυτά θα ανεβάσω ένα άρθρο στο προσωπικό μου ιστολόγιο το οποίο θα εξηγεί ακριβώς αυτά που με ρώτησες(στο τμήμα Financial arket Analysis).

Όσον αφορά τώρα το ερώτημα σου και το παράδειγμά σχετικά με την λαϊκή θα σου απαντήσω με τα λόγια ενός συγγραφέα : "Υπάρχει ένα προεξέχον αίσθημα στους ανθρώπους, που δεν καταγράφεται ούτε στο βλέμμα ούτε στις κινήσεις, αλλά είναι ένας αέρας που τους περιβάλλει. Αυτόν τον αέρα έμαθα να τον εμπιστεύομαι.". Την επόμενη φορά λοιπόν που θα πας να αγοράσεις βιολογικές ντομάτες προσπάθησε να πάρεις την απάντηση σου σχετικά με το αν είναι όντως βιολογικές ή όχι με τον τρόπο αυτό. Απλά τσέκαρε το περιβάλλον τους.

Φιλικά,
Σταμάτης

Σχετικά με το σχόλιο του Σταμάτη

Αγαπητέ Σταμάτη,

Η ύπαρξη ασυμμετρίας πληροφόρησης στην κοινωνική ζωή είναι δεδομένη και αποδεκτή από την πλειοψηφία των κοινωνικών επιστημόνων. Καλά κάνεις και το τονίζεις για να θυμόμαστε από καιρό σε καιρό ότι η κοινωνική ζωή δεν περιγράφεται πλήρως από τα εισαγωγικά εγχειρίδια. Επίσης είναι γνωστό από τη θεωρία, ότι η ασυμμετρία πληροφόρησης είναι ένας λόγος που κάνει τις αγορές ατελείς.

Όμως το παράδειγμα που έδωσες με την διαφορά μεταξύ του επιτοκίου των καταναλωτικών δανείων και του επιτοκίου καταθέσεων είναι αλήθεια πως δεν το κατάλαβα καλά. Ίσως επειδή δεν είμαι καλός γνώστης της οικονομικής θεωρίας και της σύγχρονης οικονομικής πραγματικότητας.

Για παράδειγμα αναφέρεις τον ηθικό κίνδυνο ως έναν διαφορετικό λόγο από την ασύμμετρη πληροφόρηση. Απ’ ό, τι ξέρω όμως, ο ηθικός κίνδυνος είναι μια ειδική μορφή ασύμμετρης πληροφόρησης.

Εκεί όμως που μπερδεύτηκα τελείως, είναι που ανέφερες σαν λόγο την κάλυψη του spread. Αν και δεν γνωρίζω ακριβώς πώς ορίζεις το spread, στην wikipedia βρήκα ότι είναι η διαφορά μεταξύ τιμής προσφοράς και τιμής ζήτησης ενός αγαθού την ίδια χρονική στιγμή και είναι η αμοιβή της τράπεζας ή του οποιουδήποτε market maker για την εγγύηση άμεσης ρευστοποίησης του αγαθού αυτού σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Για παράδειγμα, spread είναι η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου βραχυχρονίου διατραπεζικού δανεισμού στο οποίο η τράπεζα δανείζει τις άλλες τράπεζες από το επιτόκιο με το οποίο δέχεται καταθέσεις από τις άλλες τράπεζες πάντα μιλώντας για διατραπεζικά δάνεια με ίδια χαρακτηριστικά. Αν λοιπόν το spread ορίζεται ως η διαφορά μεταξύ επιτοκίου καταθέσεων και χορηγήσεων, είναι σωστό να δικαιολογείς την διαφορά αυτή χρησιμοποιώντας τον ορισμό της? ( Αν ορίζεις το spread διαφορετικά διόρθωσέ με ).

Επίσης, θα μπορούσες σε παρακαλώ να μου εξηγήσεις πού υπάρχει πρόβλημα ασύμμετρης πληροφόρησης μεταξύ τράπεζας και Κυριάκου και πώς αυτό οδηγεί στην διαφορά επιτοκίου χορηγήσεων και καταθέσεων? Σε ευχαριστώ εκ των προτέρων.

Τέλος, αναφορικά με την συνταγή επιτυχίας που δίνεις, αν όριζες τι ακριβώς εννοείς με τον όρο αίσθηση και timing θα διευκόλυνες πολύ την καθημερινή μου ζωή. Έτσι την επόμενη φορά που θα πάω στη λαϊκή αγορά να πάρω βιολογικές ντομάτες, οπλισμένος με στόχο, αίσθηση και timing να μπορέσω, χωρίς να πληρώσω κάποιο κόστος για να αυξήσω την διαθέσιμη πληροφορία, να διαπιστώσω αν οι ντομάτες που μου πουλούν για βιολογικές είναι όντως βιολογικές.

Φιλικά,

Αλέξανδρος

Mar 23, 2007

The Civilizing Effect of Market Economics

Wall Street Journal
January 24, 2002

The Civilizing Effect of Market Economics
David Wessel

The marketplace allocates resources efficiently and unsentimentally, pausing to contemplate neither fairness nor feelings. So one might expect people in societies that embrace money and the market to be richer, but less generous and altruistic, than small bands who hunt and farm communally in isolated parts of the Amazon or Africa.

But is that reality? American generosity after Sept. 11 doesn't suggest hard-heartedness. What if we randomly picked pairs of people from the same community and did an experiment? Tell neither the other's identity. Offer Player One $100, and test his generosity by telling him to split the money any way he chooses with Player Two, who knows how big the stakes are. Add one catch to restrain Player One from being selfish: If Player Two refuses the offer, neither gets anything.

A coldly rational person -- think bond traders -- would offer as little as possible, maybe $10. And if Player Two were coldly rational, he would accept; after all, $10 is better than no dollars. But such people exist only in economists' minds.

In repeated experiments of this sort, people cast as Player One were more generous than the calculating bond trader. And people cast as Player Two were more likely to reject small offers, even though that left them with nothing. This left economists scratching their heads and wondering why we don't act as their theories say we should.

Along the way, they wondered what sorts of people act more generously: Nomadic Hazda hunter-gatherers who forage in Tanzania? Or farmers in Hamilton, Mo., in the heart of our market-oriented society?

Americans, it turns out. Hazda cast as Player One offered the equivalent of $33 on average. Hamiltonians in the same role offered $48. Anthropologists didn't use the same sums in both places, of course. The stakes were roughly a day's pay in each.

The pattern across societies where experiments were conducted is counterintuitive, but consistent. The more involved people are in market activities -- such as working for wages or buying and selling goods to others -- the more generous they are. "The most altruistic and trusting societies are those that are the most market-oriented," says Jean Ensminger, an anthropologist at the California Institute of Technology, Pasadena.

Experiments aren't precise substitutes for real life. But by doing enough experiments, using substantial stakes and sifting results statistically, researchers are uncovering ways in which people tend to behave differently depending on where they grow up.

At first, the researchers experimented with college students in Indonesia, Japan, Slovenia and the U.S. They found few differences. That simply proved that college students tend to be alike no matter where they're from.

Then a young anthropologist named Joseph Henrich, who was doing unrelated fieldwork in the Peruvian Amazon, found that these games could be played with unsophisticated people. His work offered early evidence that people in primitive societies might be less generous with one another than we are.

Intrigued foundations dispatched a dozen anthropologists to play this and other games with 15 communities from the Orma in East Africa, who often trade cattle and work for wages, to the Quichua in Ecuador, who don't. The games also were played in rural Hamilton and urban St. Louis.

Experiments don't reveal why market-oriented people like the Orma make more-generous offers ($44 on average) than subsistence, slash-and-burn farmers like the Quichua ($25). Nor do they explain why Americans and others in market-oriented settings come much closer to offering partners a 50-50 split than other people do. But the games do suggest something profound about the way markets shape human behavior and relationships.

"Many people thought markets would make people selfish and amoral. That view is at least too simple, if not just plain wrong," says Samuel Bowles, an economist at the University of Massachusetts and the Santa Fe Institute.

Maybe, suggests Ms. Ensminger, altruism is a luxury that only developed societies can afford. Or maybe market societies grow accustomed to conventions, like splitting windfalls 50-50. Or maybe, as she and other researchers suspect, markets do change the way people behave, but not in the way we often think.

"Markets teach us to behave decently to strangers," Mr. Bowles speculates. "Markets are an arena in which you encounter somebody you've never seen before and engage in mutually beneficial activity." In a society without markets, people deal mainly with familiar faces. They have little practice in one-time transactions with anonymous strangers.

People overlook "assumptions about trust that are built into the market economy," adds Mr. Henrich, who will join Emory University's faculty this year. "When you take a taxi, you could walk out without paying the fare," he says. "But people generally don't." The same goes for tipping in restaurants.

Sure, some Americans stiff cab drivers and waiters. But not very many. And that offers a heartening counterpoint at a moment when Enron exposes the excesses and greed of a market society.

* Write to David Wessel at capital@wsj.com3

For more detail on the anthropologists' experiments, see:
http://webuser.bus.umich.edu/henrich/gameproject.htm4

Ασύμμετρη πληροφόρηση!




Φίλε Κυριάκο, ένα από τα βασικά στοιχεία των αγορών και δη των ανθρώπινων σχέσεων είναι η ασυμμετρία της πληροφόρησης.


Θα σου φέρω για παράδειγμα τις τράπεζες. Ξέρεις για ποιόν λόγο σε χρεώνουν με υψηλότερο επιτόκιο όταν σου δανείζουν και με χαμηλότερο όταν τους δανείζεις; Ακριβώς εξαιτίας της ασυμμετρίας της πληροφόρησης (Υπάρχουν βέβαια και άλλοι λόγοι όπως είναι το πρόβλημα του ηθικού κινδύνου και φυσικά η κάλυψη του spread.)


Αλλά αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι η ασυμμετρία της πληροφορίας είναι κάτι δεδομένο και το οποίο οδηγεί στις ατελείς αγορές. Όπως καταλαβαίνεις λοιπόν το θέμα δεν είναι να έχεις σωστή και πλήρη πληροφόρηση αλλά στόχο! Και για να πετύχεις τον στόχο σου αυτό που προαπαιτείται είναι η σωστή αίσθηση και το σωστό timing.

Ενα σχόλιο - απορία για το χθεσινό παίγνιο.

Έχω και εγώ την εντύπωση (όπως και ο Αλέξανδρος που έγραψε προηγουμένος) οτι δεν μπορούμε στο παίγνιο που παίξαμε χτες να μιλάμε για πλήρη πληροφόρηση.Αυτό το λέω διότι η στρατηγική που θα θέλαμε να ακολουθούμε εναντίον κάθε ομάδας θα έπρεπε να είναι σε συνάρτηση τουλάχιστον με την θέση αυτής της ομάδας στη γενική κατάταξη,μια πληροφορία που θα έβγαινε μεσα από πολλλα αθροίσματα τα οποία δεν μπορουσαν να υπολογιστούν λόγω έλλειψης χρόνου.Παρόλαυτα, σίγουρα κάποιες ομάδες θα είχαν βρεί κάποιο τρόπο ώστε έστω και κατα προσέγγιση να μπορούν να γνωρίζουν την γενική κατάταξη και άρα το πως να συμπεριφερθούν σε κάθε ομάδα ( π.χ αν θα έπρεπε η Α ομάδα να μηδενίσει τη Β ώστε να μην φύγει με διαφορά μπροστά)Αυτομάτος αυτό δεν μας οδηγεί σε ένα παίγνιο ασύμμετρης πληροφόρησης?

Αυτό που θα 'ηθελα ακόμα να προσθέσω για το χθεσινό παίγνιο το οποίο σε μεγάλο βαθμό αναφέρθηκε και απο τον Αλέξανδρο αφορά την ορθολογικότητα.Σας αναφέρω ένα παράδειγμα(παρόμοια κατάσταση συνέβη και χτες):Έρχετε η σειρά της ομάδας Α να προτείνει στην ομάδα Β κάποιο ποσό.Η ομάδα Β δεν έχει συμφέρον να αρνηθεί οποιοδήποτε ποσό της προσφέρουν αφου εκείνη τη στιγμή είναι με διαφορά πρώτη ενώ η ομάδα Α είναι πολύ πιο κάτω στη βαθμολογία.Το ποσό όμως που προσέφερε η Α ήταν 360, ένα ποσό που κατα μεγάλη πιθανότητα δεν θα μπορούσε να αρνηθεί κανείς πόσο μάλλον η Β που και 100 να δεχόταν ήταν πολύ πιο συμφέρον απ'το 0.Η ομάδα Α λοιπόν δεν μπορούσε να προσφέρει κάποιο μικρότερο ποσό για να μεγιστοποιήσει και αυτή τα κέρδη της?Βέβαια ίσως αυτο να μην είναι ορθολογικό λόγο της έλλειψης πληροφόρησης που είχε η Α.Το αποτέλεσμα λοιπόν δεν θα ήταν εντελώς διαφορετικό αν είχαμε πλήρη πληροφόρηση και ορθολογικότητα στο παιχνίδι μας?

Ένα βιβλίο δωρεάν στο διαδίκτυο

Υπάρχει ένα βιβλίο θεωρίας παιγνίων που μπορεί να το κατεβάσει κανείς ελεύθερα στο διαδίκτυο αν θέλει. Είναι λίγο περισσότερο τεχνικό και μαθηματικοποιημένο από τα εισαγωγικά βιβλία αλλά δεν χάνει κανείς τίποτα να το κατεβάσει. Μπορεί να τον/την βοηθήσει κάπου.
Είναι του Thomas S. Ferguson, καθηγητή μαθηματικών και στατιστικής του UCLA.

Θα το βρείτε εδώ.

Mar 22, 2007

Εξήγηση της ανταλλαγής δώρων με τη Θεωρία των Παιγνίων

Ο N. Gregory Mankiw απαντά στο ερώτημα: "Γιατί ανταλλάσσουμε δώρα στις γιορτές?" χρησιμοποιώντας εργαλεία της θεωρίας των παιγνίων.
Για να το διαβάσετε πατήστε εδώ.

Μια Ιστοσελίδα σχετική με τη θεωρία των παιγνίων

Μια ιστοσελίδα στην οποία μπορεί κάποιος να βρει σημειώσεις, online tests,
βιβλιογραφία και άρθρα που έχουν δημοσιευθεί στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο σχετικά με τη θεωρία των παιγνίων είναι η εξής:
www.gametheory.net

Ελπίζω να την βρείτε ενδιαφέρουσα. Πολύ καλές εισαγωγικές σημειώσεις είναι αυτές του Muhamet Yildiz, καθηγητή του ΜΙΤ.

Σχόλιο Πάνω στο σημερινό παίγνιο

Το σημερινό παίγνιο ήταν αρκετά δύσκολο (για το δικό μου μυαλό τουλάχιστον). Ο αριθμός των καθαρών στρατηγικών ήταν τεράστιος. Η κάθε καθαρή στρατηγική θα έπρεπε να περιλαμβάνει την αντίδραση σε κάθε μια από τις 9 προσφορές που μας γίνονταν και την κάθε μία από τις 9 προσφορές που θα κάναμε εμείς στην κάθε ομάδα, σε κάθε στάδιο του παιγνίου δεδομένης της υπάρχουσας πληροφορίας σε κάθε κόμβο απόφασης. Αν δεν κάνω λάθος αυτό συνεπάγεται αρκετές χιλιάδες διαφορετικών στρατηγικών για κάθε παίκτη.


Το δεύτερο που χαρακτηρίζει το σημερινό παίγνιο είναι ότι λόγω του λίγου χρόνου που είχαμε στη διάθεσή μας από την στιγμή που μάθαμε τους κανόνες δεν μπορούμε να μιλήσουμε για rationality γιατί υπάρχουν περιορισμοί στον όγκο των πληροφοριών που μπορεί να επεξεργαστεί το ανθρώπινο μυαλό σε συγκεκριμένο χρόνο. Τουλάχιστον εγώ δεν μπορώ να επεξεργαστώ τόσο μεγάλο όγκο. Αυτό σημαίνει ότι μιλάμε πια για bounded rationality. Επειδή οι άλλοι παίκτες μπορεί να υποψιάζονται ότι εγώ δεν μπορώ να λειτουργήσω τελείως ορθολογικά δεν μπορουν να περιμένουν ορθολογική αντιμετώπιση της πρότασής τους από εμένα με σιγουριά. Θα πρέπει λοιπόν να πιθανολογήσουν το πόσο ανορθολογικά μπορεί να αντιδράσω. Αυτό αυξάνει ακόμα την πολυπλοκότητα του σημερινού παιγνίου. Δυστυχώς δεν έχω καταφέρει ακόμα να βρώ μέσες άκρες κάποια στρατηγική (καθαρή ή μικτή) που τουλάχιστον να μην είναι κυριαρχούμενη( dominated). Αν κάποιος έχει κάποια ιδέα θα ήθελα πολύ να την μάθω.

Mar 21, 2007

Ένσταση στην κίνηση του πυραύλου

Στη σελίδα 84 και στο παράδειγμα για τις κυριαρχούμενες στρατηγικές το βιβλίο γράφει: "μπορεί να ταξιδεύει σε ευθεία γραμμή ή να κάνει δεξιές στροφές 90 μοιρών..."

Γιατί λέει δεξιές, είναι λάθος μετάφραση ή κάτι δεν καταλαβαίνω; Για παράδειγμα η πορεία IFCB, όπως και άλλες κάνουν αριστερές στροφές (90 μοιρών βέβαια).

Αριθμητική ένσταση...σε παράδειγμα του κανόνα 2 περί στρατηγικής του αντιπάλου

Σελίς 80 (ελληνικό) στον πίνακα: γιατί το κάτω δεξιά δεν είναι 2.5; Αφού έχουν ίδια τιμή τα περιοδικά ($3) και θα μοιραστούν 5 εκ... Όπως το πάνω αριστερά είναι 8/2, δηλαδή 4.

2ο Μάθημα (22/3)

Το αυριανό μάθημα είναι αφιερωμένο στο βιβλίο των Avinash K. Dixit και Barry J. Nalebuff, Thinking Strategically (New York: Norton, 1991). Αν έχετε ερωτήσεις, απορίες, σχόλια, διορθώσεις μπορείτε να τα κάνετε σ'αυτή τη σελίδα.